- ηλεκτροχημικός
- -ή, -ό1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ηλεκτροχημεία2. το αρσ. και θηλ. ως ουσ. ο, η ηλεκτροχημικόςο επιστήμονας που ασχολείται με την ηλεκτροχημεία.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. electrochemical < electro- (πρβλ. ηλεκτρο-*) + chemical (πρβλ. χημικός)].
Dictionary of Greek. 2013.